ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Γεννήθηκα στην Κρήτη και ζω μόνιμα στη Ρόδο,διατηρώ εδώ και αρκετά χρόνια μια επιτυχημένη επιχείρηση.Είμαι παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών.Ασχολούμαι ερασιτεχνικά με το θέατρο και έχω πάρει μέρος σε πολλές θεατρικές παραστάσεις.Αφιερώνω ώρες από τον ελεύθερό μου χρόνο για την συγγραφή παιδικών παραμυθιών και ιστοριών,θεατρικών έργων,καθώς επίσης μυθιστορημάτων και αφηγημάτων.Έχω βραβευτεί σε διαγωνισμό από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών για το διήγημα «Άρωμα ελευθερίας».Γράφω από μικρή ηλικία προσπαθώντας πάνω στο άψυχο χαρτί να δώσω ζωή μέσα από τις σκέψεις και τη φαντασία.

Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

Έρωτας δυνάστης.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η Στέλλα γνώρισε, έζησε και ζει μια αληθινή αγάπη για τον Τσαμπίκο. Δυνατή και παράφορη, όπως την περιγράφει στο ημερολόγιό της. Αρρωστημένη, όπως την αποκάλεσε εκείνος. Η φυγή του τη σκότωσε. Παραιτείται από τις χαρές της ζωής και ζει μόνο μέσα από τις αναμνήσεις της. Οι απεγνωσμένες προσπάθειές της να κερδίσει την αγάπη του, πέφτουν μία-μία στο κενό. Για τον Τσαμπίκο έκανε ό,τι δεν μπορεί να χωρέσει ανθρώπινος νους: τα αδύνατα δυνατά! Εκείνος, όμως, έγινε δυνάστης του έρωτά της. Τον αγαπούσε υπερβολικά, όμως… Εκείνος ζητούσε την ελευθερία του, πάνω στη δική της σκλαβιά. Εκείνος ήθελε να ζήσει κι εκείνη έπρεπε να πεθάνει. Της φώναζε «τελειώσαμε!» και η Στέλλα «ακόμα δεν αρχίσαμε, αγάπη μου». Εκείνος επέμενε «δε σ’ αγαπώ!» κι εκείνη «σε λατρεύω, ζωή μου…» Μπορούν, Θεέ μου, να συναντηθούν ξανά, αυτοί οι δύο άνθρωποι που μιλάνε και αισθάνονται τόσο διαφορετικά; Θα υπάρξει επιστροφή του Τσαμπίκου; Θα καταφέρει η Στέλλα να κάνει και πάλι όνειρα για τη ζωή; Χρύσα Ζανεσή Αλεξάκη 

Κυριακή 3 Μαΐου 2015

ΕΡΩΤΑΣ ΔΥΝΑΣΤΗΣ 
(απόσπασμα. Μια αληθινή ιστορία αγάπης όπως μου την αφηγήθηκε η ΣΤΕΛΛΑ, από το καινούργιο μου πνευματικό παιδί!!! προς έκδοση ) Χρύσα Ζανεσή Αλεξάκη
.........Στη σκέψη της Παναγίας, αναστέναξε. Έφερε στο μυαλό της το βουνό, στο οποίο ήταν κτισμένη. Πήρε τ’ όνομα της από την τσάμπα, δηλαδή τη σπίθα, στην τοπική διάλεκτο του χωριού Αρχαγγέλου. Μια σπίθα που έγινε φωτιά, ήταν και το όνομά του. Μια φωτιά που έγινε λαίλαπα για την Στέλλα και έκαιγε τα πάντα στο πέρασμα της. Μέχρι σ’ ένα σημείο του δρόμου έφτανε το αυτοκίνητο και μετά συνέχιζες με τα πόδια. Έκλεισε τα μάτια, τον έφερε κοντά της. «Έλα, αγάπη μου, πάρε κουράγιο να ανέβουμε με τη σκέψη μου. «Έλα, δώσε μου το χέρι σου, πάμε να εκπληρώσουμε το τάμα μας». Του έπιασε το χέρι και το κράτησε σφιχτά στο δικό της και άρχισαν να ανεβαίνουν. «Κουράγιο, είναι μόνο τριακόσια σκαλοπάτια», μονολόγησε. Η κούραση τους κατέβαλλε. Η ανάσα τους έγινε πιο γρήγορη. Ο τοίχος από το προαύλιο φάνηκε. Τα σκαλιά τέλειωναν..........